ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΥΡΑΣ Μέρος Δ΄
Από την Βυζαντινή περίοδο ως τα μέσα του 20ου αιώνα
Στα Βυζαντινά χρόνια η Αντίκυρα φαίνεται πως μετατράπηκε σταδιακά σε ένα μικρό ψαροχώρι, του οποίου η μόνη σημασία οφειλόταν στην παρουσία στην περιοχή ενός σημαντικού κέντρου, αυτού της μονής του Οσίου Λουκά. Σύμφωνα με το βίο του οσίου, αυτός μόνασε στον Κάλαμο, που ταυτίζεται με τη Ζάλτσα, και στο νησί Άμπελος. Το μοναστήρι που ίδρυσε στα τέλη του 10ου αιώνα γρήγορα έγινε κρίσιμος σταθμός στο δρόμο που ένωνε τη Δύση με την Κωνσταντινούπολη και οι ταξιδιώτες κατέπλεαν από τη Δύση (κυρίως την Ιταλία) στην παραλία του Μετοχιού, όπου σήμερα βρίσκεται το εργοστάσιο αλουμινίου. Εξάλλου ο δρόμος αυτός οδηγούσε και στη Θήβα, η οποία ήταν κατά το μεσαίωνα το σπουδαιότερο κέντρο μεταξουργίας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Στο Μετόχι χτίστηκε τον 11ο αιώνα ένας οκταγωνικός ναός ο οποίος τον επόμενο αιώνα μετατράπηκε σε οχυρό πύργο, και αργότερα χρησιμοποιήθηκε από τους Καταλανούς. Ένα βασιλικό έγγραφο της Καταλωνίας, που φυλάσσεται στο Αρχείο του Παλέρμο της Σικελίας και φέρει χρονολογία 18 Μαΐου 1367, επιβεβαιώνει την κατοχή το πύργου του Μετοχιού από το γενικό βικάριο του Δουκάτου των Αθηνών και Νεών Πατρών (Υπάτης), το Ρογήρο ντε Λιούρια. Ο Άγιος Ισίδωρος και το κάστρο της Βρουλιάς, που είναι ακόμα ορατό δίπλα στο δρόμο για τον Κούτρο στην Κεφαλή, την εποχή των Καταλανών ονομαζόταν Port de Aragó, δηλαδή Λιμάνι της Αραγωνίας και φαίνεται ότι ανήκε στην επικράτεια του Φρειδερίκου de Aragó, κόμη των Σαλώνων (Άμφισσας).
Η Αντίκυρα καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς μαζί με ολόκληρη την κεντρική Ελλάδα. Στα 1499-1500 ο οθωμανικός στόλος επιχειρούσε εναντίον των Βενετών και έμεινε για μεγάλο διάστημα στο φυσικά προστατευμένο κόλπο της Αντίκυρας. Στην Οθωμανική περίοδο συνεχίστηκε ο χωρισμός του κόλπου της Αντίκυρας στα δυο: το Μετόχι και η παραλία που είναι σήμερα τα Άσπρα Σπίτια ανήκαν στον καζά (οθωμανική διοικητική διαίρεση) της Λιβαδειάς, ενώ η Αντίκυρα ανήκε στον καζά των Σαλώνων. Αυτό ακολουθήθηκε και από την εκκλησιαστική διοίκηση κι έτσι το ανατολικό τμήμα του κόλπου υπήχθη στη μητρόπολη Λιβαδειάς, ενώ το δυτικό στη μητρόπολη Αμφίσσης.
Στους αιώνες που ακολούθησαν και κυρίως μεταξύ 1676 και 1876 τουλάχιστον δώδεκα περιηγητές και αρχαιολόγοι από την Ευρώπη επισκέφθηκαν την Αντίκυρα είτε πηγαίνοντας είτε επιστρέφοντας από τους Δελφούς, και πρώτος από αυτούς ο William Leak στα 1806 ταύτισε το μικρό οικισμό, που τότε ονομαζόταν Άσπρα Σπίτια, με την αρχαία Αντίκυρα, χάρις σε μια επιγραφή που βρήκε στο λιμάνι της. Εκείνη την εποχή περίπου πέρασε από την Αντίκυρα και μια άλλη μορφή που έμελλε να έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελληνική επανάσταση του 1821. Ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων, όντας ακόμη ένας άσημος και χαμηλόβαθμος αξιωματούχος, πέρασε χειμώνα και με χιόνια από την Αντίκυρα και ανέβηκε στη Δεσφίνα. Η φροντίδα που του πρόσφερε ο δεσφινιώτης Παπά-Στάθης ξεπληρώθηκε αργότερα με πρόσκληση του γιου του στα Γιάννενα. Ο γιος αυτός δεν ήταν άλλος από τον ηρωικό δεσπότη της Άμφισσας, Ησαΐα. Στην Αντίκυρα επίσης έμεινε για μεγάλο διάστημα, στα 1827, ο Έντουαρντ Τρελόνι, φιλέλληνας και φίλος του Σέλεϋ και του Μπάυρον, ο οποίος είχε παντρευτεί την ετεροθαλή αδερφή το Οδυσσέα Ανδρούτσου.
Μέχρι και το 1876, όταν την Αντίκυρα επισκέφθηκε ο γερμανός αρχαιολόγος Lolling και φιλοξενήθηκε στο σπίτι της οικογένειας Σίσου, το χωριό ονομαζόταν Άσπρα Σπίτια. Στα 1929 δημιουργήθηκε ανεξάρτητη κοινότητα με το όνομα Αντίκυρα. Η ιστορία της Αντίκυρας δεν τελειώνει εκεί. Στις απαρχές του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου, τον Απρίλη του 1941, στον κόλπο της Αντίκυρας βρήκαν καταφύγιο ένα νοσοκομειακό και δυο πετρελαιοφόρα πλοία. Βομβαρδίστηκαν από τη Λουφτβάφε και για αρκετές μέρες ο κόλπος καιγόταν. Στο λιμάνι της είχε επίσης την έδρα της το 1943-44 μια από τις πιο δραστήριες και αγωνιστικές ομάδες του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Ναυτικού. Όσα ακολούθησαν είναι ακόμα πολύ κοντά μας για να αποτελέσουν ιστορία.
Δρ. Θάνος Σίδερης
Προϊστάμενος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας
στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού
Από την Βυζαντινή περίοδο ως τα μέσα του 20ου αιώνα
Στα Βυζαντινά χρόνια η Αντίκυρα φαίνεται πως μετατράπηκε σταδιακά σε ένα μικρό ψαροχώρι, του οποίου η μόνη σημασία οφειλόταν στην παρουσία στην περιοχή ενός σημαντικού κέντρου, αυτού της μονής του Οσίου Λουκά. Σύμφωνα με το βίο του οσίου, αυτός μόνασε στον Κάλαμο, που ταυτίζεται με τη Ζάλτσα, και στο νησί Άμπελος. Το μοναστήρι που ίδρυσε στα τέλη του 10ου αιώνα γρήγορα έγινε κρίσιμος σταθμός στο δρόμο που ένωνε τη Δύση με την Κωνσταντινούπολη και οι ταξιδιώτες κατέπλεαν από τη Δύση (κυρίως την Ιταλία) στην παραλία του Μετοχιού, όπου σήμερα βρίσκεται το εργοστάσιο αλουμινίου. Εξάλλου ο δρόμος αυτός οδηγούσε και στη Θήβα, η οποία ήταν κατά το μεσαίωνα το σπουδαιότερο κέντρο μεταξουργίας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Στο Μετόχι χτίστηκε τον 11ο αιώνα ένας οκταγωνικός ναός ο οποίος τον επόμενο αιώνα μετατράπηκε σε οχυρό πύργο, και αργότερα χρησιμοποιήθηκε από τους Καταλανούς. Ένα βασιλικό έγγραφο της Καταλωνίας, που φυλάσσεται στο Αρχείο του Παλέρμο της Σικελίας και φέρει χρονολογία 18 Μαΐου 1367, επιβεβαιώνει την κατοχή το πύργου του Μετοχιού από το γενικό βικάριο του Δουκάτου των Αθηνών και Νεών Πατρών (Υπάτης), το Ρογήρο ντε Λιούρια. Ο Άγιος Ισίδωρος και το κάστρο της Βρουλιάς, που είναι ακόμα ορατό δίπλα στο δρόμο για τον Κούτρο στην Κεφαλή, την εποχή των Καταλανών ονομαζόταν Port de Aragó, δηλαδή Λιμάνι της Αραγωνίας και φαίνεται ότι ανήκε στην επικράτεια του Φρειδερίκου de Aragó, κόμη των Σαλώνων (Άμφισσας).
Η Αντίκυρα καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς μαζί με ολόκληρη την κεντρική Ελλάδα. Στα 1499-1500 ο οθωμανικός στόλος επιχειρούσε εναντίον των Βενετών και έμεινε για μεγάλο διάστημα στο φυσικά προστατευμένο κόλπο της Αντίκυρας. Στην Οθωμανική περίοδο συνεχίστηκε ο χωρισμός του κόλπου της Αντίκυρας στα δυο: το Μετόχι και η παραλία που είναι σήμερα τα Άσπρα Σπίτια ανήκαν στον καζά (οθωμανική διοικητική διαίρεση) της Λιβαδειάς, ενώ η Αντίκυρα ανήκε στον καζά των Σαλώνων. Αυτό ακολουθήθηκε και από την εκκλησιαστική διοίκηση κι έτσι το ανατολικό τμήμα του κόλπου υπήχθη στη μητρόπολη Λιβαδειάς, ενώ το δυτικό στη μητρόπολη Αμφίσσης.
Στους αιώνες που ακολούθησαν και κυρίως μεταξύ 1676 και 1876 τουλάχιστον δώδεκα περιηγητές και αρχαιολόγοι από την Ευρώπη επισκέφθηκαν την Αντίκυρα είτε πηγαίνοντας είτε επιστρέφοντας από τους Δελφούς, και πρώτος από αυτούς ο William Leak στα 1806 ταύτισε το μικρό οικισμό, που τότε ονομαζόταν Άσπρα Σπίτια, με την αρχαία Αντίκυρα, χάρις σε μια επιγραφή που βρήκε στο λιμάνι της. Εκείνη την εποχή περίπου πέρασε από την Αντίκυρα και μια άλλη μορφή που έμελλε να έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελληνική επανάσταση του 1821. Ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων, όντας ακόμη ένας άσημος και χαμηλόβαθμος αξιωματούχος, πέρασε χειμώνα και με χιόνια από την Αντίκυρα και ανέβηκε στη Δεσφίνα. Η φροντίδα που του πρόσφερε ο δεσφινιώτης Παπά-Στάθης ξεπληρώθηκε αργότερα με πρόσκληση του γιου του στα Γιάννενα. Ο γιος αυτός δεν ήταν άλλος από τον ηρωικό δεσπότη της Άμφισσας, Ησαΐα. Στην Αντίκυρα επίσης έμεινε για μεγάλο διάστημα, στα 1827, ο Έντουαρντ Τρελόνι, φιλέλληνας και φίλος του Σέλεϋ και του Μπάυρον, ο οποίος είχε παντρευτεί την ετεροθαλή αδερφή το Οδυσσέα Ανδρούτσου.
Μέχρι και το 1876, όταν την Αντίκυρα επισκέφθηκε ο γερμανός αρχαιολόγος Lolling και φιλοξενήθηκε στο σπίτι της οικογένειας Σίσου, το χωριό ονομαζόταν Άσπρα Σπίτια. Στα 1929 δημιουργήθηκε ανεξάρτητη κοινότητα με το όνομα Αντίκυρα. Η ιστορία της Αντίκυρας δεν τελειώνει εκεί. Στις απαρχές του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου, τον Απρίλη του 1941, στον κόλπο της Αντίκυρας βρήκαν καταφύγιο ένα νοσοκομειακό και δυο πετρελαιοφόρα πλοία. Βομβαρδίστηκαν από τη Λουφτβάφε και για αρκετές μέρες ο κόλπος καιγόταν. Στο λιμάνι της είχε επίσης την έδρα της το 1943-44 μια από τις πιο δραστήριες και αγωνιστικές ομάδες του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Ναυτικού. Όσα ακολούθησαν είναι ακόμα πολύ κοντά μας για να αποτελέσουν ιστορία.
Δρ. Θάνος Σίδερης
Προϊστάμενος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας
στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου